Είστε εδώ

Μαύρη εκτίμηση από καταναλωτικές οργανώσεις και οικονομολόγους για την ακρίβεια: Δεν υπάρχει ορίζοντας για «πάγωμα» των ανατιμήσεων-Θα σταματήσουν μόνο όταν τα νοικοκυριά σταματήσουν να ψωνίζουν λόγω της ένδειας!

Μπορεί η μέση αύξηση των τιμών στα τρόφιμα να βρίσκεται στο 15%, γεγονός επιβαρυντικό στον προϋπολογισμό των νοικοκυριών, ωστόσο οι πραγματικές αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων είναι στην πράξη διπλάσιες και τριπλάσιες από τον επίσημα ανακοινωθέντα τιμάριθμο, προειδοποιούν οικονομολόγοι και εκπρόσωποι καταναλωτικών οργανώσεων, μιλώντας στο ethnos.gr.

Την ώρα που τα νοικοκυριά οδεύουν προς τη φτωχοποίηση μέρα με τη μέρα εξαιτίας της ακρίβειας σε είδη πρώτης ανάγκης, αλλά και στην ενέργεια, σημειώνουν ότι θολό εξακολουθεί να παραμένει το «τοπίο» και σε ό,τι αφορά τα κόστη των προϊόντων που περιλαμβάνονται στο «καλάθι του νοικοκυριού», με συνέπεια να υπάρχουν ερωτηματικά για την αποτελεσματικότητα του μέτρου.

Μάλιστα προχωρούν σε μία μαύρη εκτίμηση ενδεικτική της ένδειας στην οποία έχουν περιέλθει οι πολίτες από τις πολιτικές της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Τονίζουν ότι αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχει κανένας ορατός ορίζοντας για ενδεχόμενο «πάγωμα» της αύξησης των τιμών και ζητούν τη λήψη δύσκολων αλλά απαραίτητων μέτρων από την Πολιτεία. Όπως υποστηρίζουν, σε διαφορετική περίπτωση οι τιμές θα σταματήσουν να αυξάνονται, μόνο όταν τα νοικοκυριά εξαιτίας της ένδειας πάψουν να ψωνίζουν, κάτι που, όμως, θα έχει αλυσιδωτές αρνητικές κοινωνικές συνέπειες!

Στο 15% η μέση αύξηση των τιμών στα τρόφιμα
Ειδικότερα και σύμφωνα με τον πρόεδρο του Κέντρου Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ), Νίκο Τσεμπερλίδη, στο 15% φτάνει σήμερα η μέση ετήσια αύξηση των τιμών των τροφίμων, παρά το γεγονός ότι ο τιμάριθμος, που έχει επίσημα ανακοινωθεί, φτάνει στο 7,1%.

«Στο 15% βρίσκεται η αύξηση των τιμών γενικώς στα τρόφιμα. Στο ψωμί φτάνει στο 18%, στα γαλακτοκομικά ξεπερνάει το 20% και στα έλαια βρίσκεται πάνω από το 25%. Άρα για ποια συγκράτηση τιμών μιλάνε, όταν οι ετήσιες αυξήσεις πολλών τροφίμων είναι διπλάσιες ή και τριπλάσιες από τον πληθωρισμό;», τονίζει στο ethnos.gr ο κ. Τσεμπερλίδης.

Ο ίδιος και σε ό,τι αφορά το μέτρο για το «καλάθι του νοικοκυριού», ζητάει από τους αρμόδιους φορείς της Πολιτείας να δώσουν στη δημοσιότητα τα ονόματα των προϊόντων που παρατηρήθηκε συγκράτηση ή και μείωση τιμών, ώστε να διαπιστωθεί η αποτελεσματικότητα του μέτρου.

«Μας λένε ότι σε πάνω από 600 προϊόντα που περιλαμβάνονται στο ‘’καλάθι του νοικοκυριού’’ υπάρχει συγκράτηση τιμών. Γιατί δε βγάζουν στη δημοσιότητα τα ονόματα αυτών των προϊόντων και την πορεία που ακολούθησαν οι τιμές τους στις 13 εβδομάδες που εφαρμόζεται το μέτρο; Τότε θα διαπιστώσουμε, αν πράγματι υπάρχει συγκράτηση ή και μείωση τιμών, όπως μας λένε. Όμως, φοβάμαι ότι τότε θα πέσει πολύ γέλιο, διότι τα νούμερα που μας λένε, δε βγαίνουν με τη λογική», σημειώνει ο κ. Τσεμπερλίδης.

Ολιγοπωλιακά συγκροτήματα ανεβάζουν τις τιμές

Μιλώντας στο ethnos.gr ο καθηγητής του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γρηγόρης Ζαρωτιάδης, αναφέρει ότι υπάρχουν δύο βασικές αιτίες που αυξάνει ο πληθωρισμός.

«Μία αιτία είναι, όταν ο πληθωρισμός ανεβαίνει λόγω υπερβολικής ζήτησης που προκύπτει τεχνηέντως. Αυτή η υπερβολική ζήτηση αυξάνει τις τιμές. Συνήθως πρόκειται για νομισματικό φαινόμενο, δηλαδή προέρχεται από μία επεκτατική νομισματική πολιτική για την ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας. Σε αυτήν την περίπτωση θα είχε νόημα η πολιτική αύξησης των επιτοκίων που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Όμως, σήμερα τα ελληνικά και τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν μία αύξηση στα κόστη που οφείλεται σε εξωγενείς λόγους και συνθήκες, όπως είναι η πανδημία και ο πόλεμος. Δηλαδή αυξάνονται τα κόστη της ενέργειας, των μεταφορών και λοιπά κι έτσι ανεβαίνει ο πληθωρισμός», λέει ο κ. Ζαρωτιάδης.

Κατά τον ίδιο, στη σημερινή κατάσταση παρεμβαίνουν ολιγοπωλιακά συγκροτήματα, τα οποία αυξάνουν περισσότερο τις τιμές, ώστε να αυξήσουν περισσότερο το δικό τους κέρδος.

«Δηλαδή, εκμεταλλευόμενος, για παράδειγμα, το αυξημένο κόστος της ενέργειας ο παραγωγός αυξάνει λίγο τις δικές του ζητούμενες τιμές, ο μεσάζοντας κάνει κάτι αντίστοιχο και το ίδιο ακολουθούν όσοι εμπλέκονται στη διακίνηση των προϊόντων μέχρι αυτά να φτάσουν στον καταναλωτή. Δηλαδή, όλοι τους προσπαθούν να διεκδικήσουν μεγαλύτερο κέρδος μέσα από το υφιστάμενο καθεστώς της πραγματικής αύξησης των τιμών. Αυτή η ολιγοπωλιακή συμπεριφορά στην αγορά, που εκμεταλλεύεται τους εξωγενείς παράγοντες, συνεχώς πολλαπλασιάζει τα κόστη και γι’ αυτό δεν έχει τέλος όλο αυτό με την αύξηση των τιμών», τονίζει ο καθηγητής Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.

«Απαιτείται οργανωμένη παρέμβαση για να μπει όριο στις τιμές»
Σε ό,τι αφορά το πότε θα σταματήσει η συνεχής αύξηση των τιμών των προϊόντων, ο κ. Ζαρωτιάδης υπογραμμίζει ότι κανένας δεν είναι σε θέση να το προσδιορίσει αυτό με ακρίβεια. Σημειώνει, ωστόσο, ότι για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητη η οργανωμένη πολιτική παρέμβαση σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να μπει ένα όριο στην άνοδο των τιμών.

«Με τις υφιστάμενες πολιτικές, με τις οποίες σε σημαντικό βαθμό ενισχύονται τα ολιγοπώλια, το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Πρέπει να υπάρξει μία οργανωμένη πολιτική παρέμβαση σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να μπει ένα όριο στις τιμές. Δεν είναι εύκολο αυτό, αλλά δεν υπάρχει και άλλος τρόπος. Διαφορετικά, οι τιμές θα συνεχίζουν να αυξάνουν, μέχρι να μην έχουν τη δυνατότητα να ψωνίζουν οι καταναλωτές. Σε αυτό το ενδεχόμενο θα έχουμε μία αυτορρύθμιση της αγοράς, αλλά τα πράγματα δε θα είναι καθόλου καλά για τους καταναλωτές. Να σημειωθεί ακόμα ότι κι αν σταματήσουν να αυξάνουν οι τιμές και επανέλθει σε πιο φυσιολογικά επίπεδα ο πληθωρισμός, θα συνεχίσει να είναι δεδομένη η επιβάρυνση των νοικοκυριών. Αυτό διότι τα έσοδά τους δε θα αυξηθούν και οι τιμές των προϊόντων δε θα μειωθούν. Απλώς θα σταματήσουν να αυξάνονται», υποστηρίζει ο καθηγητής Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.

Με πληροφορίες από ethnos.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *