Είστε εδώ

Ηχηρό ράπισμα από τη μειοψηφία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για Μάτι: “Δημόσια επίκριση ή επιτιμητικός σχολιασμός δικαστικών αποφάσεων από κυβερνητικούς παράγοντες είναι ασυμβίβαστο προς την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών”

Κριτική στην απόφαση για το Μάτι ήρθε και από τη μειοψηφία της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων με τα μέλη της Χριστόφορο Σεβαστίδη, ΔΝ Εφέτη, Χαράλαμπο Σεβαστίδη, Εφέτη, Παντελή Μποροδήμο, Πρωτοδίκη, Μιχάλη Τσέφα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ιωάννη Ασπρογέρακα, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Χρήστο Φαρσαλιώτη, Πρωτοδίκη, Ακριβή Ερμίδου, Ειρηνοδίκη και Ζάχο Παλιούρα, Ειρηνοδίκη, όπου σε ανακοίνωσή τους μιλάνε για «μια δίκαιη απάντηση στην άδικη κριτική για την απόφαση της δίκης για το Μάτι».

Σύμφωνα με την ανακοίνωση αποτελεί «υποχρέωση μιας Δικαστικής Ένωσης να παρεμβαίνει ουσιαστικά, κάθε φορά που με αφορμή δικαστικές αποφάσεις μη αρεστές σε κυβερνήσεις, δημοσιογράφους και πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, καλείται προς εργαλειοποίηση σε βάρος των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών το λεγόμενο «κοινό περί δικαίου» αίσθημα. Γιατί, η ενδεχόμενη επικράτησή του απειλεί καίρια την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, καθώς την καλεί να συντονίζει τις ενέργειές της με την εικαζόμενη βούληση μίας θολής πλειοψηφίας».

Μειοψηφία ΕνΔΕ: «Ασυμβίβαστος ο δημόσιος σχολιασμός δικαστικών αποφάσεων από πολιτικούς»

Ειδική αναφορά κάνουν στις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη και του υφυπουργού Δικαιοσύνης Ιωάννη Μπούγα, αλλά και άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων, που όπως αναφέρεται «επέκριναν δημόσια την απόφαση και τις ποινές, προαναγγέλλοντας ταυτόχρονα την άσκηση εφέσεων».

Σύμφωνα με την μειοψηφία της ΕνΔΕ «θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στην εκτελεστική εξουσία, αλλά και να ενημερώσουμε τους πολίτες ότι όπως έχει προσφάτως κρίνει η ΟλΑΠ 2/2024 (Διοικητική), τo φαινόμενο να γίνεται δημόσια επίκριση ή επιτιμητικός σχολιασμός συγκεκριμένων δικαστικών αποφάσεων από κυβερνητικούς παράγοντες είναι ασυμβίβαστο προς την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών, γιατί έτσι κλονίζεται η πεποίθηση των πολιτών στην ανεξαρτησία των δικαστών, αφού ο μέσος πολίτης δεν γνωρίζει πώς σκέφθηκε το δικαστήριο και εύλογα μπορεί να εκλάβει κάθε τέτοια εκδήλωση ως απόπειρα επηρεασμού και επέμβασης στην προσωπική ανεξαρτησία των δικαστών».

Και προσθέτει: «Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι ως προς το ύψος της στερητικής της ελευθερίας ποινής, το Δικαστήριο επέβαλε τη βαρύτερη κατά νόμο, εφαρμοστέα ποινή. Τα παραπάνω κρίνονται αναγκαίο να διευκρινιστούν, προκειμένου να γνωρίζουν οι πολίτες, ότι οι Δικαστές και Εισαγγελείς, οφείλουν να εφαρμόζουν τους νόμους που ψηφίζουν οι ίδιοι άνθρωποι που εκ των υστέρων και χωρίς δικαίωμα κάνουν δημόσια επιτιμητικά σχόλια σε βάρος των δικαστικών αποφάσεων. Το οφείλουμε, πρωτίστως, στους συναδέλφους που εκτέλεσαν επί μήνες σε αντίξοες συνθήκες τα καθήκοντά τους, εξασφαλίζοντας με κόπο μια δίκαιη δίκη για όλους τους παράγοντές της. Το οφείλουμε όμως και στο Κράτος Δικαίου, την προστασία του οποίου οφείλουμε όλοι να υπερασπιζόμαστε, κάθε φορά που με τόσο πρόδηλο τρόπο προσβάλλεται».

Αναλυτικά η ανακοίνωση της μειοψηφίας της ΕνΔΕ

Μια δίκαιη απάντηση στην άδικη κριτική για την απόφαση της δίκης για το «Μάτι»

Χριστόφορος Σεβαστίδης , ΔΝ Εφέτης,

Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Εφέτης,

Παντελής Μποροδήμος, Πρωτοδίκης

Μιχάλης Τσέφας, Πρόεδρος Πρωτοδικών

Χριστόφορος Σεβαστίδης , ΔΝ Εφέτης,

Χαράλαμπος Σεβαστίδης, Εφέτης,

Παντελής Μποροδήμος, Πρωτοδίκης

Μιχάλης Τσέφας, Πρόεδρος Πρωτοδικών

Ακριβή Ερμίδου, Ειρηνοδίκης

Ζάχος Παλιούρας, Ειρηνοδίκης,

Αθήνα, 30-4-2024

Αποτελεί υποχρέωση μιας Δικαστικής Ένωσης να παρεμβαίνει ουσιαστικά, κάθε φορά που με αφορμή δικαστικές αποφάσεις μη αρεστές σε κυβερνήσεις, δημοσιογράφους και πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα, καλείται προς εργαλειοποίηση σε βάρος των δικαστικών και εισαγγελικών  λειτουργών το λεγόμενο «κοινό περί δικαίου» αίσθημα. Γιατί, η ενδεχόμενη επικράτησή του απειλεί καίρια την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, καθώς την καλεί να συντονίζει τις ενέργειές της με την εικαζόμενη βούληση μίας θολής πλειοψηφίας (βλ. σχετικά Βασίλειος Σκουρής, Η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης 30 χρόνια μετά, σε δικτυακό τόπο www.constituionalism.gr).

Στο πλαίσιο αυτό, μετά τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Επικρατείας κ. Βορίδη και του υφυπουργού Δικαιοσύνης κ. Μπούγα, αλλά και άλλων κυβερνητικών αξιωματούχων, που επέκριναν δημόσια την απόφαση και τις ποινές, προαναγγέλλοντας ταυτόχρονα την άσκηση εφέσεων, θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στην εκτελεστική εξουσία, αλλά και να ενημερώσουμε τους πολίτες ότι όπως έχει προσφάτως κρίνει η ΟλΑΠ 2/2024 (Διοικητική), τo φαινόμενο να γίνεται δημόσια επίκριση ή επιτιμητικός σχολιασμός συγκεκριμένων δικαστικών αποφάσεων από κυβερνητικούς παράγοντες είναι ασυμβίβαστο προς την αρχή της διακρίσεως των λειτουργιών, γιατί έτσι κλονίζεται η πεποίθηση των πολιτών στην ανεξαρτησία των δικαστών, αφού ο μέσος πολίτης δεν γνωρίζει πώς σκέφθηκε το δικαστήριο και εύλογα μπορεί να εκλάβει κάθε τέτοια εκδήλωση ως απόπειρα επηρεασμού και επέμβασης στην προσωπική ανεξαρτησία των δικαστών.

Επιπλέον αναγκαίες είναι και κάποιες νομικές διευκρινήσεις που σκοπίμως δεν βρίσκουν βήμα στις καθημερινές τηλεδίκες του κοινωνικού αυτοματισμού. Σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 302 του Ποινικού Κώδικα, το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, είχε και έχει το χαρακτήρα πλημμελήματος, ήτοι εγκλήματος που απειλείται με ποινή φυλάκισης με ανώτατο όριο τα 5 έτη.  Σύμφωνα με το άρθρο 94 ΠΚ, ως ίσχυσε κατά το χρόνο τέλεσης των πράξεων που εκδικάσθηκαν, οι οποίες έλαβαν χώρα το έτος 2018, σε περιπτώσεις αληθινής κατ΄ ιδέαν συρροής εγκλημάτων ανθρωποκτονίας από αμέλεια, ήτοι όταν με μία εγκληματική πράξη επέρχονται περισσότεροι θάνατοι, το δικαστήριο μπορούσε κατ΄ εξαίρεση να επαυξήσει τη βαρύτερη των ποινών φυλάκισης που επέβαλε, πέραν του ανώτατου ορίου του είδους της ποινής, έως τα δέκα (10) έτη. Ακολούθως, η πρόβλεψη αυτή, τροποποιήθηκε στον νέο Ποινικό Κώδικα του ν. 4619/2019 και έκτοτε στις περιπτώσεις αυτές, το δικαστήριο μπορούσε να επαυξήσει της βαρύτερη ποινή που επέβαλε, όχι όμως περισσότερο από το ανώτατο όριο του είδους της ποινής (έως 5 έτη). Εν συνεχεία, η διάταξη τροποποιήθηκε πάλι δυνάμει του άρθρου 8 ν.4855/2021 (ΦΕΚ Α` 215/12.11.2021) και έκτοτε, μέχρι σήμερα, στην περίπτωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή, το δικαστήριο σε εξαιρετικές περιπτώσεις δύναται να επιβάλει συνολική ποινή σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 94 ΠΚ, ήτοι να ανέλθει έως τα οκτώ (8) έτη. Τέλος, από 01.05.2024 (έναρξη ισχύος ν. 5090/2024), το ως άνω κατ΄ εξαίρεση όριο θα ανέρχεται για τις πράξεις που θα τελεστούν στο μέλλον, έως τα δέκα (10) έτη. Ενόψει, όμως του άρθρου 2 του ΠΚ, που απαγορεύει την εφαρμογή δυσμενέστερου νόμου, που ίσχυσε από την τέλεση της πράξης έως την αμετάκλητη εκδίκασή της, οι νεότερες και δυσμενέστερες για τους κατηγορούμενους διατάξεις δεν μπορούν να εφαρμοστούν, ως εκ τούτου η ανώτερη εφαρμοστέα ποινή, με βάση όλα τα παραπάνω, είναι αυτή των 5 ετών φυλάκισης. Ως προς δε τη δυνατότητα μετατροπής της ποινής φυλάκισης σε χρηματική, αξίζει να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος θεσμός αποτελεί παλαιότερη επιλογή του νομοθέτη, που περιγράφεται στο άρθρο 82 ΠΚ, ως ίσχυε μέχρι την 01.07.2019, ο οποίος ακολούθως καταργήθηκε με το νόμο 4619/2020, αλλά ήδη επανέρχεται σε ισχύ από 01.05.2024 δυνάμει του άρθρου 80Α του ν. 5090/2024. Σύμφωνα δε με τη ρύθμιση του παλαιότερου άρθρου 82 ΠΚ, που συνιστά ευμενέστερο για τους κατηγορούμενους δίκαιο, από εκείνο που ίσχυσε μετά την 01.07.2019 και θα τύγχανε εφαρμοστέο υπό την ισχύ οποιουδήποτε από τα ως άνω ισχύσαντα ως προς το ύψος της ποινής δίκαια, ποινή φυλάκισης που είναι μεγαλύτερη από δύο έτη μετατρέπεται σε χρηματική ποινή, εκτός αν το δικαστήριο με απόφασή του ειδικά αιτιολογημένη κρίνει ότι απαιτείται η μη μετατροπή της για να αποτραπεί ο δράστης από την τέλεση άλλων αξιόποινων πράξεων.

Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς ότι ως προς το ύψος της στερητικής της ελευθερίας ποινής, το Δικαστήριο επέβαλε τη βαρύτερη κατά νόμο, εφαρμοστέα ποινή. Τα παραπάνω κρίνονται αναγκαίο να διευκρινιστούν, προκειμένου να γνωρίζουν οι πολίτες, ότι οι Δικαστές και Εισαγγελείς, οφείλουν να εφαρμόζουν τους νόμους που ψηφίζουν οι ίδιοι άνθρωποι που εκ των υστέρων και χωρίς δικαίωμα κάνουν δημόσια επιτιμητικά σχόλια σε βάρος των δικαστικών αποφάσεων. Το οφείλουμε, πρωτίστως, στους συναδέλφους που εκτέλεσαν επί μήνες σε αντίξοες συνθήκες τα καθήκοντά τους, εξασφαλίζοντας με κόπο μια δίκαιη δίκη για όλους τους παράγοντές της. Το οφείλουμε όμως και στο Κράτος Δικαίου, την προστασία του οποίου οφείλουμε όλοι να υπερασπιζόμαστε, κάθε φορά που με τόσο πρόδηλο τρόπο προσβάλλεται.

 

Πηγή: dikastiko.gr

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *