Είστε εδώ

Αιχμηρή παρέμβαση Δούρου για τον “Κλεισθένη”: Αγνοεί την εμπειρία 3,5 χρόνων – Κρατάει δεμένα τα χέρια της αυτοδιοίκησης με “αρμοδιότητες ενοχής” και υπόλογη σε μικρά “φέουδα” που καθυστερούν έργα και αποφάσεις

Η συζήτηση για το νομοσχέδιο αποτελεί άριστη αφορμή για να ανοίξουμε μια δημόσια συζήτηση στην κοινωνία για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως τον πιο γνήσιο και προωθητικό θεσμό δημοκρατίας, θα τονίσει η Ρ. Δούρου στην αυριανή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ με θέμα την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ολόκληρη η παρέμβαση της Ρένας Δούρου, μέλους της Κ.Ε. και του Π.Σ. του ΣΥΡΙΖΑ, Περιφερειάρχη Αττικής στην αυριανή συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ στο Divani Caravel Hotel με θέμα την Τοπική Αυτοδιοίκηση:
Η συζήτηση για το νομοσχέδιο αποτελεί άριστη αφορμή για να ανοίξουμε μια δημόσια συζήτηση στην κοινωνία για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως τον πιο γνήσιο και προωθητικό θεσμό δημοκρατίας.
Καλούμαστε να συνδέσουμε σήμερα τον τόπο με τη δημοκρατική διοικητική σκέψη του Ρήγα, με τον νεοελληνικό διαφωτισμό, με την παράδοση της Πολιτικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης. Το χρέος μας είναι βαρύ και οριοθετεί την ευθύνη μας. Μια ευθύνη, που, όπως αντιλαμβανόμαστε, πηγαίνει πέρα από ένα απλό νομοσχέδιο. Αφορά την απελευθέρωση της δυναμικής που εμπεριέχει ο θεσμός της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της τοπικής και περιφερειακής αυτονομίας, όπως τονίζεται στις επεξεργασίες του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας. Για το λόγο αυτό αφορά όλους τους τομείς του δημόσιου βίου – την πολιτική, οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ζωή -, θέτοντας στο επίκεντρο τη συμμετοχή του πολίτη στο πλαίσιο ενός νέου προτύπου δίκαιης ανάπτυξης.
Το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο αποτελεί ένα κομμάτι αυτής της μεγάλης συζήτησης που πρέπει να λάβει χώρα πρωτίστως στην κοινωνία – γιατί εκεί θα δοθεί και θα κερδηθεί ο αγώνας για τη δημοκρατική μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, κόντρα στην συγκεντρωτική τάση, την έκφραση ενός υπερτροφικού, γραφειοκρατικού, πελατειακού κράτους, που σημάδεψε τη σύγχρονη ιστορία του τόπου.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οφείλουμε να τοποθετηθούμε.
Αξιοποιήσιμη εμπειρία άσκησης διοίκησης
Από την πλευρά μας, στην Περιφέρεια Αττικής εδώ και 3.5 χρόνια έχουμε σωρεύσει μια αξιοποιήσιμη, θέλω να πιστεύω, εμπειρία άσκησης διοίκησης. Μια εμπειρία σε σχέση με την άσκηση χρηστής διοίκησης σε όλα τα επίπεδα – ελέγχου, ευρισκόμενοι υπό την εποπτεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, διαχείρισης θεμάτων που αφορούν στη διαπεριφερειακή συνεργασία, στην άσκηση κοινωνικής πολιτικής, με τη στήριξη, για παράδειγμα, των νοσοκομείων της Αττικής ή με την επίτευξη της έγκαιρης μετακίνησης των μαθητών στα σχολεία τους.
Μια εμπειρία που από τη μια πλευρά συμπυκνώνει τις δυσλειτουργίες και τις χρόνιες δομικές παθογένειες τόσο της δημόσιας διοίκησης όσο και της τοπικής αυτοδιοίκησης, που επί χρόνια εξακολουθεί να παραμένει ετεροδιοίκηση, σε αντίθεση με τις προσδοκίες των πολιτών και των τοπικών κοινωνιών. Και από την άλλη, πρόκειται για εμπειρία που μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί στη διαδικασία μεταρρύθμισης του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης β’ αλλά και α’ βαθμού καθώς, εξ ανάγκης, όχι απλά εντοπίσαμε τα προβλήματα και τα “αγκάθια” στους διοικητικούς αρμούς, είτε πρόκειται για την υποστελέχωση είτε για τα προβλήματα αρμοδιοτήτων (ασάφειες, ελλείψεις, αλληλοεπικαλύψεις), αλλά δώσαμε λύσεις. Και αυτές οι λύσεις, χωρίς ίχνος έπαρσης, πιστεύουμε στην Περιφέρεια Αττικής ότι μπορούν να αποτελέσουν πρόπλασμα για τις βαθιές αλλαγές που απαιτούνται.
Από την ανάγνωση του ν/σ προκύπτει ότι αυτή η εμπειρία, αυτές οι εξ ανάγκης λύσεις που όμως μπορούν να έχουν ευρύτερη εφαρμογή, δεν αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης ή έστω βάση για την απαραίτητη ριζική αναθεώρηση του Καλλικράτη. Και θα δώσω ένα μόνο παράδειγμα: το Ν/σ δεν λαμβάνει υπόψη του θέματα που ως Περιφέρεια Αττικής αντιμετωπίσαμε στην άσκηση πολιτικής σε δράσεις για την εξυπηρέτηση του πολίτη, ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Για παράδειγμα, το άρθρο 100 του Καλλικράτη που με βάση την ερμηνεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, περιορίζεται το εύρος εφαρμογής του, αποτρέποντας κρίσιμης σημασίας προγραμματικές συμβάσεις με άλλους φορείς, ΝΠΔΔ, ΑΕΙ, ΤΕΙ, κατά την άσκηση συγκεκριμένων δράσεων και πολιτικών, π.χ. για ευπαθείς κοινωνικές ομάδες (Ρομά), για νοσοκομεία, υπουργείο Πολιτισμού, αρχαιολογία, κ.α..
Και αυτό παρά το γεγονός ότι ήδη από το φθινόπωρο του 2016, όταν δηλαδή πρωτοξεκινούσε η σχετική συζήτηση μεταρρύθμισης του Καλλικράτη, αλλά και ενόψει της αναθεώρησης του Συντάγματος – θυμίζω ότι η Περιφέρεια Αττικής μετέχει στη σχετική Επιτροπή υπό τον καθηγητή Σπουρδαλάκη -, έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις και για την μεταρρύθμιση του Καλλικράτη και για την Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Πριν αναφερθώ σε ορισμένα ειδικότερα σημεία του ν/σ, μια τελευταία παρατήρηση. Εκείνο που επείγει, είναι κομβικής σημασίας και μπορεί, αν το αντιμετωπίσουμε σωστά, να αποτελέσει το σημείο αναφοράς για το παρόν αλλά και για το μέλλον της Τοπικής Αυτοδιοίκησης: είναι η απαλλαγή της καταρχήν από την κουλτούρα της διαρκούς εποπτείας από σειρά διαφορετικών ελεγκτικών, εποπτικών οργανισμών της κεντρικής εξουσίας – την Αποκεντρωμένη, την Αρχαιολογία, τα Δασαρχεία, κλπ, που συνιστούν μικρά φέουδα, μικρά κράτη έν κράτει, εμποδίζουν όταν δεν καθυστερούν καταστροφικά (βλ. Μάνδρα και όχι μόνο) σοβαρές αποφάσεις και σοβαρά έργα. Επιπλέον απαιτείται η απαλλαγή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των αιρετών της από τη φιλοσοφία του “εσαεί υπόλογου”. Πέρα από αντιπαραγωγικό, είναι και παράλογο, να κρέμεται διαρκώς πάνω από το κεφάλι των αιρετών ο πέλεκυς ενός εισαγγελικού λειτουργού, στη βάση οποιασδήποτε έστω και ανώνυμης αναφοράς. Αυτή η κατάσταση σε συνδυασμό με τη διατήρηση της ασάφειας των αρμοδιοτήτων, των αλληλοεπικαλύψεων, δεν εξυπηρετεί ούτε το δημόσιο συμφέρον ούτε τους πολίτες και τις τοπικές κοινωνίες. Εξυπηρετεί τον λαϊκισμό και μια δικαστικο-κεντρική ή εισαγγελικο-κεντρική αντίληψη λειτουργίας του κράτους.
«Αρμοδιότητες ενοχής»
Συνοψίζοντας, αυτά τα δύο σημερινά χαρακτηριστικά, που δεν θίγει το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, η διαρκής εποπτεία και η εσαεί κατηγορία των αιρετών των ΟΤΑ, συνιστούν σοβαρούς ανασταλτικούς παράγοντες στη δράση Περιφερειών και Δήμων. Κάτι που επιτείνεται και από το γεγονός ότι το ν/σ δεν καλύπτει το θέμα απόδοσης αρμοδιοτήτων σε κρίσιμα πεδία, όπως για παράδειγμα η διαπεριφερειακή συνεργασία (χαρακτηριστικό ότι η Περιφέρεια Αττικής αναγκάστηκε να ζητήσει νομοθετικές ρυθμίσεις για Κεφαλονιά και Μυτιλήνη), το προσφυγικό / μεταναστευτικό, η αντιπλημμυρική προστασία, κ.α.. Η υπόθεση της Μάνδρας είναι αποκαλυπτική: η Περιφέρεια είναι μεν υποχρεωμένη για τη διασφάλιση της αντιπλημμυρικής θωράκισης χωρίς όμως να έχει αρμοδιότητα και δυνατότητα επέμβασης στις ενδιάμεσες διαδικασίες / γραφειοκρατίες, π.χ. στο Δασαρχείο, στην Αποκεντρωμένη. Είναι διαπιστωμένο ότι έχουν μεταφερθεί στις Περιφέρειες αρμοδιότητες που γεννούν μόνο ευθύνες και υποχρεώσεις χωρίς όμως να υπάρχει δυνατότητα ουσιαστικής άσκησης αυτών των αρμοδιοτήτων. Μιλάμε δηλαδή για «αρμοδιότητες ενοχής». Αρμοδιότητες που «γεννούν» όχι λύσεις αλλά κατηγορητήρια.
Ειδικότερα σε ό,τι αφορά το υπό διαβούλευση νομοσχέδιο, μπορεί κανείς να παρατηρήσει τα εξής:
Καταρχήν, η εισαγωγή της απλής αναλογικής αποτελεί θετικό στοιχείο και τομή στα μέχρι σήμερα δεδομένα – όπως ήδη έχω τονίσει κατά το κοινό συνέδριο ΚΕΔΕ – ΕΝΠΕ. Όπως επίσης θετική, υπό προϋποθέσεις, εξέλιξη αποτελεί και η εισαγωγή του θεσμού των δημοψηφισμάτων.
Από εκεί πέρα, χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής τα εξής σημεία:

  1. Το γεγονός ότι ο Κλεισθένης Ι ακολουθεί την ίδια δομή με τον Καλλικράτη, μη αποτελώντας έτσι την απαραίτητη τομή με το παρελθόν.
  2. Συνέπεια αυτού είναι για παράδειγμα το γεγονός ότι το άρθρο 203 του υπό διαβούλευση ν/σ, συστήνει με ΚΥΑ μεικτές διυπουργικές επιτροπές ανακαθορισμού αρμοδιοτήτων και διαδικασιών, που έχουν σκοπό «την καταγραφή αρμοδιοτήτων και διαδικασιών της κεντρικής Διοίκησης, των αποκεντρωμένων διοικήσεων και των ΟΤΑ α και β βαθμού ανά πεδίο δημόσιας πολιτικής κάθε υπουργείου». Πρόκειται για ομολογία ότι μετά από 2 χρόνια δεν κατέστη δυνατή η καταγραφή των αρμοδιοτήτων! Θεωρώ ότι δεν περιποιεί τιμή στην πρώτη κυβέρνηση της Αριστεράς αυτού του είδους η διαπίστωση. Μπορούμε σίγουρα καλύτερα. Χρόνος υπάρχει προκειμένου να αλλάξει το άρθρο αυτό.
  3. Σε αντίθεση με τις μέχρι το 2015 αναλύσεις μας, διατηρείται ο θεσμός της Αποκεντρωμένης Διοίκησης : μετονομάζεται Αυτοτελής Υπηρεσία Εποπτείας ΟΤΑ ενώ ο Αποκεντρωμένος μετονομάζεται «Επόπτης ΟΤΑ». Και μόνο οι λέξεις «επόπτης» και «εποπτεία», ανεξάρτητα από προθέσεις, παραπέμπουν σε χειραγώγηση και κηδεμονία των ΟΤΑ από την κεντρική εξουσία.
  4. Στο σημείο αυτό να παρατηρήσω ότι διατηρούνται πολλαπλοί ελεγκτικοί μηχανισμοί, που ενισχύουν τη γραφειοκρατία, και δεν υπηρετούν την ανάγκη άμεσης αποτελεσματικότητας της ΤΑ. Δεδομένου ότι συνεχίζουν να υφίστανται πολλαπλοί θεσμοί ελέγχου: ο Ελεγκτής Νομιμότητας, το Ελεγκτικό Συνέδριο, το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης, κ.α., με αλληλοεπικαλυπτόμενες αρμοδιότητες, χωρίς διακριτούς ρόλους (το να δώσει το «πράσινο φως» το Ελεγκτικό Συνέδριο δεν στερεί την αρμοδιότητα από το Σώμα Επιθεωρητών Ελεγκτών Δημόσιας Διοίκησης να ελέγξει και αυτό με τη σειρά του, ακόμη και μετά από την εκτέλεση ενός έργου!!!). Έτσι τόσο οι αιρετοί της ΤΑ όσο και ο ίδιος ο θεσμός της ΤΑ παραμένει αθωράκιστος και έρμαιο στις βουλές των όποιων συμφερόντων, με μόνο όργανο να αποφασίζει για την άσκηση πειθαρχικής τους δίωξης, τον Ελεγκτή Νομιμότητας.
  5. Και δεν έκανα τυχαία την παραπάνω παρατήρηση. Ο πολλαπλασιασμός των υπηρεσιών εποπτείας επιδεινώνει τη γραφειοκρατική λειτουργία – π.χ. το ν/σ αφιερώνει 10 άρθρα για την οργάνωση της Αυτοτελούς υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ και άλλα τόσα για το Δημοτικό και Περιφερειακό Διαμεσολαβητή. Ωστόσο δεν προχωρά σε καμία αναφορά στις άμεσα αναγκαίες, ακόμη και πριν από τη συνταγματική αναθεώρηση, μεταρρυθμίσεις σχετικά με τις αρμοδιότητας και του α’ και του β’ βαθμού.
  6. Την ίδια στιγμή το ν/σ διατηρεί και ενισχύει το Παρατηρητήριο, διευρύνοντας τη σύνθεση του Δ.Σ. με συμμετοχή, π.χ. εκπροσώπων από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους! Βλ. για παράδειγμα το άρθρο 194 για τη σύνθεση της Διοίκησης του Παρατηρητηρίου.
  7. Επίσης δεν καταργεί αλλά θέτει και ανεξήγητα ασυμβίβαστα σε σχέση με το εκλέγεσθαι. Βλ. για παράδειγμα άρθρο 49, παρ. 2. Ποιος ο λόγος;
  8. Δεν λύνεται επίσης το κρίσιμο θέμα της υποστελέχωσης της Περιφέρειας – ένα θέμα που θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί από την «κινητικότητα». Επιδεινώνεται όμως από τη στιγμή που δεν απαιτείται για μια μετακίνηση υπαλλήλου η σύμφωνη γνώμη της Διοίκησης! Αυτό φυσικά δεν αποτελεί μόνο θέμα του ν/σ αλλά και κεντρικής πολιτικής.
  9. Το ν/σ δεν επιλύει σοβαρά ζητήματα που θέτει το δίπτυχο της υποδοχής και ένταξης των προσφύγων / μεταναστών. Συγκεκριμένα, δεν προχωρά στην επέκταση στον β’ βαθμό του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας του Συμβουλίου της Ευρώπης – κάτι που έχει επισημάνει το Κογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών στη χώρα μας το 2015, ζητώντας να επεκταθεί η κύρωση του νόμου 1850 του 1989. Πρόκειται για ένα απαράδεκτο έλλειμμα, σήμερα, στην πατρίδα μας. Και αυτό γιατί η μη συμμετοχή και του δεύτερου βαθμού Αυτοδιοίκησης στον Ευρωπαϊκό Χάρτη της Τοπικής Αυτονομίας δεν αποτελεί μόνο σημαντικό πολιτικό και νομοθετικό κενό. Αλλά συνιστά παράλληλα, και μια βαθιά διοικητική αρρυθμία, η οποία δεν συμβάλλει στην πλήρη και απρόσκοπτη εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής για Διοικητική Αποκέντρωση. Μπορεί έτσι να ισχυριστεί κανείς, ότι αυτή η μη επέκταση εφαρμογής συνιστά παραβίαση του Συντάγματος δια παραλείψεως. Εκκρεμεί, επίσης, η επικύρωση από τη χώρα μας της Σύμβασης της Μαδρίτης του 1980, του Συμβουλίου της Ευρώπης, για τη διασυνοριακή συνεργασία. Πρόκειται για δύο εργαλεία που θα είναι πολύ χρήσιμα, μαζί με τη διασαφήνιση των αρμοδιοτήτων σε σχέση με τη διαχείριση του μεταναστευτικού / προσφυγικού φαινομένου (ένα θέμα που τίθεται άλλωστε και από τη Στρατηγική Ένταξης του αρμόδιου υπουργείου που δόθηκε πρόσφατα στη δημοσιότητα) για την Περιφέρεια Αττικής και όχι μόνο.

Πριν από 5 χρόνια στο Ναύπλιο ο σημερινός πρωθυπουργός ως αρχηγός της Αξιωματικής αντιπολίτευσης παρουσίαζε τις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την αναδιοργάνωση και την ανασυγκρότηση του δημοσίου τομέα και της τοπικής αυτοδιοίκησης.
«Θέλουμε ένα άλλο κράτος, δημοκρατικό, διαφανές, ανοιχτό, στην υπηρεσία των εργαζομένων, του λαού και της χώρας, μακριά από την κομματοκρατία, την κλεπτοκρατία, το ρουσφέτι και τη διαφθορά. Κι αυτό το κράτος θέλουμε να κάνουμε πράξη με μεθόδους δημοκρατικές, με σεβασμό και σε συνεννόηση με τους κρατικούς λειτουργούς που μοχθούν», έλεγε τότε χαρακτηριστικά.
Χωρίς να παραγνωρίζουμε τις δυσκολίες, τις προϋποθέσεις που θέτει το πλαίσιο των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι απαιτούνται δομικές μεταρρυθμίσεις: τόσο ενόψει της ριζικής αλλαγής του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των ΟΤΑ όσο και της αναθεώρησης του Συντάγματος. Μεταρρυθμίσεις που δεν επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και θα αλλάξουν τον Δημόσιο τομέα. Θα το καταστήσουν λειτουργικό, αποτελεσματικό, χωρίς γραφειοκρατία και διαφθορά, με διαφάνεια και δυνατότητα δημόσιας λογοδοσίας.
Δεν πρόκειται για μια συζήτηση τεχνοκρατική, εντός των τειχών, μεταξύ αιρετών ή επαϊόντων. Αλλά για έναν δημόσιο διάλογο που οφείλουμε εμείς οι ίδιοι να φέρουμε στο επίκεντρο της κοινωνίας, να τον καταστήσουμε διακύβευμα της κοινωνίας των πολιτών και ισχυρό χαρτί, όχι μίας κυβέρνησης ή της διοίκησης μίας Περιφέρειας ή ενός κόμματος. Αλλά παρακαταθήκη για το αύριο του τόπου.
Πηγή: left.gr

Μια σκέψη στο “Αιχμηρή παρέμβαση Δούρου για τον “Κλεισθένη”: Αγνοεί την εμπειρία 3,5 χρόνων – Κρατάει δεμένα τα χέρια της αυτοδιοίκησης με “αρμοδιότητες ενοχής” και υπόλογη σε μικρά “φέουδα” που καθυστερούν έργα και αποφάσεις

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *